Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

Σκέψεις για τον Ελληνικό Πολιτισμό


Όταν σκεφτόμαστε αυτά που δοκιμάζουν την αξιοπρέπειά μας στην Ελλάδα σήμερα, αναφερόμαστε στην παθογένεια του δημόσιου βίου, σε παραδείγματα που υποβαθμίζουν την ελληνική ταυτότητα, είτε πρόκειται για προβεβλημένα πρόσωπα, είτε πρόκειται για πολίτες που γίνονται γνωστοί εξαιτίας της κακής τους διαγωγής.
Τέτοιες διαπιστώσεις, συνήθως, κάνουν άνθρωποι που παρακολουθούν εκ του μακρόθεν του δημόσιου και εθνικού βίου τα δρώμενα που προοιωνίζονται δυσοίωνο το ελληνικό μέλλον. Αισθάνονται, ίσως, την κακοδαιμονία τους μοιραία, δεν συνάγουν αισιόδοξα συμπεράσματα από την εξέλιξη των εθνικών ηθών, της εθνικής κατάστασης. Απομένουν, ενδεχομένως, παθητικοί και αδρανείς μπροστά στα συμπτώματα διάλυσης, έκπτωσης του εθνικού σφρίγους.
Θεωρώ την εθνική και προσωπική μας αξιοπρέπεια αλληλένδετες. Η δεύτερη εξαρτάται από την πρώτη. Αν δεν ευτυχεί ο πάτριος τόπος σου, είτε ζεις σε αυτόν είτε όχι, τότε πάσχεις αναπόφευκτα, γιατί χάρη στην πατρίδα απέκτησες υπόσταση μέσα στον ιστορικό χρόνο. Το πρόβλημα, επομένως, είναι πραγματικό, και η αιτία του απτή.
Η εθνική νόσος γίνεται επικίνδυνη, και μακροπρόθεσμα ενδεχομένως θανατηφόρα, εξαιτίας της προβολής ηθικά και πολιτισμικά αποκαρδιωτικών προτύπων. Όσοι δεν τα θεωρούν επικίνδυνα, ενδεχομένως τα ενστερνίζονται. Όσοι αισθάνονται τον κίνδυνο, αποκαρδιώνονται. Η ελπίδα για το μέλλον δεν θα γεννηθεί, φυσικά, από τη δράση και τη στάση των πρώτων, αλλά από τις αποφάσεις των δευτέρων.
Ούτως ή άλλως, τα κριτήρια με τα οποία κρίνουμε την αξία και την απαξία στη δράση των ανθρώπων, των συμπολιτών μας, κάνουν τον πολιτισμό ενός τόπου αυτό που είναι. Αν θεωρούμε αξιόλογη τη βίαιη συμπεριφορά, τότε ο πολιτισμός γίνεται πολιτισμός της βίας, αν την ανόητη, γίνεται πολιτισμός ανοησίας, αν την προκλητική, γίνεται πολιτισμός πρόκλησης, αν τη φαντασμαγορική, γίνεται πολιτισμός της φαντασμαγορίας, αν τη φασιστική, τότε γίνεται πολιτισμός που ευνοεί τον φασισμό. Μπορεί, φυσικά, να συνδυάζονται τα χαρακτηριστικά αυτά, ανάλογα με το τι αποδέχονται και ενστερνίζονται οι πολίτες ως αντιπροσωπευτικά χαρακτηριστικά του πολιτισμού τους, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούν ή δεν το ομολογούν.
Είναι, δηλαδή, ζήτημα εστίασης της προσοχής, ζήτημα κυρίαρχης αναφοράς σε πρότυπα. Αν, λοιπόν, προβάλλονταν πρότυπα με κριτήρια όχι του συρμού, τα οποία αναδεικνύουν όσα μας στενοχωρούν, αλλά όσα θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν την ελπίδα, το ίδιο τοπίο θα άλλαζε. Χρειάζεται, μάλιστα, ένας συνδυασμός καταγγελίας των αρνητικών και επαίνου των θετικών προτύπων. Το σφάλμα που κάνουμε οι άνθρωποι που ζούμε την καθημερινότητα της απαξίωσης της υπόστασής μας ως μετόχων της ελληνικής ταυτότητας, είναι ότι εξαρτάμε την αξιοπρέπειά μας από τη συμπεριφορά των προβεβλημένων αλλά ανάξιων. Αν το σκεφτούμε επαρκώς, θα καταλάβουμε ότι έχουν οι Έλληνες τη δύναμη να καθορίσουν διαφορετικά την εκπροσώπησή τους.
Χρειάζεται, επομένως, ένα δίκτυο ανάδειξης εκπροσώπων του ελληνικού πολιτισμού που αντιπροσωπεύουν αυτό που θα θέλαμε να είναι ο πολιτισμός αυτός, και δεν το βρίσκουμε στο βίο και την πολιτεία των προβεβλημένων της δημόσιας ζωής. Αν τα πρόσωπα της ημέρας εκπροσωπούν όχι τη φαυλότητα αλλά την αγαθότητα, μπορούν να γίνουν πρόσωπα μιας Ελλάδας που ελπίζει. Τέτοια πρόσωπα υπάρχουν σε κάθε γωνιά του ελληνικού βίου. Μπορούμε, επίσης, να τα ανακαλύψουμε στη διαχρονία της ελληνικής ιστορίας και του ελληνικού πολιτισμού. Αυτό που πρέπει να χαρακτηρίζει τα πρόσωπα αυτά, που σηματοδοτούν ένα αξιόλογο αύριο, είναι η ικανότητά τους να μας κάνουν να αισθανόμαστε περισσότερο αξιοπρεπείς!
Στο Συμβούλιο Ελληνικού Πολιτισμού συζητάμε για τα συγκεκριμένα πρότυπα - πρόσωπα που αξίζει να προβάλλουμε, για τα παραδείγματα προς αποφυγή, που πρέπει να στηλιτεύσουμε. Επισημαίνουμε παραδείγματα αξιόλογων ανθρώπων του σήμερα, και το έργο τους. Ανασύρουμε από την ιστορική μνήμη παραδείγματα αξιόλογων ανθρώπων και σημαντικών έργων του χθες. Στηλιτεύουμε συμπεριφορές, του σήμερα και του χθες, που δεν θέλουμε να χαρακτηρίζουν τον πολιτισμό μας. Είναι μια πρόταση εναλλακτική, αντίδοτο στην αδράνεια στην οποία περιπέσαμε· γιατί θέλουμε να ζήσουμε για το σήμερα που ξημερώνει αύριο… Η ευγενής αυτή προσδοκία, διαχρονικά, τροφοδότησε με θάρρος τους Έλληνες που έδωσαν πολύ περισσότερα από λίγο χρόνο στην εθνική προσπάθεια, που έδωσαν δηλαδή τη ζωή τους.

                                                                                   Δρ. Ιωάννης Σ. Χριστοδούλου
                                                                                             20 Απριλίου 2013