Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013

Εκδήλωση τιμής για τον Δρα Κλείτο Ιωαννίδη


Η τιμή στο πρόσωπο του Κλείτου Ιωαννίδη, που ομοφώνως και ομοθύμως αποφάσισε το Τμήμα Κλασικών σπουδών και Φιλοσοφίας, μετά από πρόταση του Προέδρου του, Καθηγητή κ. Ιωάννη Ταϊφάκου, είναι ένδειξη εξαιρετικής εκτίμησης για το πρόσωπο του ανθρώπου και το έργο του. Ο Κλείτος Ιωαννίδης είναι ο Έλληνας διανοούμενος - σταθμός στην ιστορία των Κυπρίων Ελλήνων. Είναι της χορείας των εν Κύπρω Ελλήνων φιλοσόφων συνεχιστής, και στη σύγχρονη εποχή μοναδικός στο είδος του γηγενής εκπρόσωπος της Φιλοσοφίας στη Μεγαλόνησο. Ο Κλείτος είναι δεινός συγγραφέας και ομιλητής. Είναι πολυγραφότατος, επίσης, λαλίστατος και μελίρρυτος.  Γνήσιος φιλόσοφος, ζει τον λόγο, ζει για τον λόγο και ζει με τον λόγο.
Αρκετά είδη λόγου, λοιπόν, ευτύχησαν υπό τη γραφίδα του Κλείτου Ιωαννίδη: επιστημονικά δοκίμια, ποίηση, επίκαιρα άρθρα, ιστορία, αγιολογικά αναγνώσματα. Μίλησε και μιλάει, επίσης, με ποικίλες αφορμές και ευκαιρίες: σε επιστημονικά συνέδρια, σε εκδηλώσεις ως προσκεκλημένος ομιλητής, από τηλεόρασης, από ραδιοφώνου. Ο λόγος του αντικειμενοποιεί όλα όσα τον απασχόλησαν στη διάρκεια του μακρού στοχαστικού του βίου. Αυτό κάνουν, φυσικά, όλοι όσοι στοχαστικά αναφέρονται στα πράγματα και αρθρώνουν δημόσιο λόγο. Ήλθε ο καιρός, όμως, να ξεχωρίσουμε τους επιστήμονες των ανθρωπιστικών επιστημών, τους συγγραφείς και τους δημοσιολόγους από το σκοπό τους.
Σε μια εποχή που ο Ελληνισμός χρειάζεται ραχοκοκαλιά γερή για να προχωρήσει στο χρόνο, για να επιβιώσει, ο Έλληνας στοχαστής που τιμάμε απόψε είναι ένα από τα γερά κόκαλα. Την εποχή αυτή, την κρίσιμη ιστορικά για τη συνέχεια της ελληνικότητας, δεν μετρά μόνο τι γράφουμε και τι λέμε ως Έλληνες. Σημασία έχει πρωτίστως ο σκοπός, που προφαίνεται στην παρρησία μας σε κρίσιμες ώρες, στο ελληνοπρεπές μας φρόνημα. Κι έτσι, πια, πρέπει να κρινόμαστε: για τις προθέσεις, την πηγή του πνευματικού μας έργου. Εξαιτίας των προθέσεων, άλλωστε, γίνεται κανείς πηγή έμπνευσης!  Ή δεν γίνεται…
Σε όλα τα είδη λόγου που θεράπευσε ο Κλείτος, ένας είναι ο διακριτός του σκοπός, η στόχευσή του: το καταστάλαγμα και η προβολή ιδεών που προάγουν την ανθρώπινη και εθνική αξιοπρέπεια. Γι’ αυτό είναι ο ομιλητής και συγγραφέας με το διακριτό πάθος, την ανυπέρβλητη θέρμη, την αφοπλιστική ειλικρίνεια. Γι’ αυτό η αναγνώρισή του είναι αυτονόητη υπόθεση.
Ίχνη της πνευματικής του διαδρομής, άφησε ήδη από τα εφηβικά του χρόνια. Και δεν έπαψε να συνέχεται, μέχρι τώρα, σε όλη την πνευματική του δράση, και πορεία μαζί ζωής, από τα ίδια ιδεώδη, από την ίδια ανάγκη να εκφράσει την ομορφιά της φύσης, το μεγαλείο και τα πάθη του ανθρώπου, το βάθος του θρησκευτικού συναισθήματος, το ύψος της εθνικής του καταβολής.
Στις σπουδές του, στη Γαλλία κατεξοχήν, ευτύχησε να εγκατασταθεί στο κέντρο της ανθρωπιστικής διανόησης της εποχής, εντός και εκτός Πανεπιστημίου. Στο Πανεπιστήμιο μαθήτευσε, τόσο σε ό, τι αφορά τη Φιλοσοφία όσο και σε ό, τι αφορά τη Θρησκειολογία, δίπλα σε επιβλητικές ακαδημαϊκές μορφές της εποχής, όπως ο Pierre Vidal Naquet. Εκτός Πανεπιστημίου, συμμετέσχε στο πολιτισμικό και κοινωνικό γίγνεσθαι των Παρισίων, που έμελλαν να αποτελέσουν το λίκνο των ιδανικών της σύγχρονης Ευρώπης. Στη Γαλλία των τελών της δεκαετίας του ’60 εξαγνίστηκε το ευρωπαϊκό πνεύμα από τα πάθη του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, αναβαπτίστηκε η ευρωπαϊκή συνείδηση με τα νάματα των στοχαστικών, εφάμιλλων του αρχαίου ελληνικού διαφωτισμού, προτάσεων φωτισμένων ευρωπαϊστών, φιλοσόφων και λογοτεχνών. Στο Παρίσι ο Κλείτος, συνάντησε, γνώρισε, συνδέθηκε με δεσμούς φιλίας καθοριστικούς για την πνευματική του διαμόρφωση, με Γάλλους αλλά και Έλληνες πολύ σημαντικούς στοχαστές, οι οποίοι είχαν καταφύγει στην πιο φιλελεύθερη χώρα και πρωτεύουσα της Ευρώπης, για να γλυτώσουν από τις ελληνοκτόνες διαθέσεις των παραφρόνων της επταετίας. Το όνομα του Οδυσσέα Ελύτη, νομίζω, αρκεί.
Όταν τελείωσε τις σπουδές του, στην Ελλάδα πρώτα και μετά στην Κύπρο, άρχισε να εκτυλίσσεται το ανάπτυγμα της πολυσχιδούς δράσης του. Επαναλαμβάνω τα προτάγματά του: άνθρωπος, θεός, φύση, πατρίδα - ιστορία. Η θεωρητική του επάρκεια, σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο του λόγου του, γραπτού και προφορικού, είναι αξιοθαύμαστη ως σπάνια. Δεν είναι κάποιες φράσεις μόνο, κάποια ιστορικά γεγονότα, που μπορεί να ανακαλέσει για να εντυπωσιάσει τους ακροατές του. Είναι δύσκολο να συλλάβει κανείς πώς διαχειρίζεται έναν τεράστιο όγκο θεωρητικής σκευής, η οποία είναι ανά πάσα στιγμή προς ανάσυρση.
Και δεν είναι, μόνο, αυτά που ξέρει. Είναι κι εκείνα που μπορεί να σκεφτεί: ο πρωτότυπος δηλαδή στοχασμός του, ο οποίος συγκαταλέγεται μεταξύ των αξιολογότερων του σύγχρονου ελληνισμού. Όταν ο Κλείτος, για παράδειγμα, για να αρχίσω να μιλώ για το έργο του, συνομιλεί με πλείστους όσους σημαντικούς εκπροσώπους της σύγχρονης ελληνικής διανόησης, δεν τους συνοδεύει τυπικά στην αυτοπαρουσίασή τους. Διαλέγεται μαζί τους επί ίσοις όροις. Γνωρίζει το έργο τους, το οποίο αναδεικνύεται στη συζήτηση μαζί τους, και ταυτόχρονα η δική του σκέψη, αφού όλα υπό το  πρίσμα της τα θέτει. Η προφορική του ιστορία, λοιπόν, όπως τη «γράφει» δεκαετίες τώρα, είναι πολύτιμος οδηγός για τη σύγχρονη κοινωνική, πνευματική και πολιτική, ελληνική σκηνή, και ο άθλος που επιτέλεσε της φιλοτέχνησης εκατοντάδων πορτραίτων, με τις συζητήσεις που έκανε, απαράμιλλος. Στην ίδια κατεύθυνση, της ιστορικής έρευνας, μεγάλης αξίας είναι το πρωτότυπο συγγραφικό του έργο. Ξεχωρίζω, εδώ, τους δύο τόμους του για τον Κυριάκο Μάτση.
Σταθμός συγγραφικός για το είδος καθεαυτό, επίσης, είναι τα βιβλία που έγραψε ο Κλείτος με θρησκευτικό περιεχόμενο. Είναι τόσο στέρεα η βάση της κατάρτισής του σε κείμενα και ιδέες του Χριστιανισμού, που ό, τι έγραψε για και με τους γέροντες με τους οποίους ασχολήθηκε, δεν έχει μόνο αξία καταγραφής προσωπικών αφηγήσεων αξιόλογων ασκητών, αλλά αξία εμπλουτισμού της ίδιας της θρησκευτικής στοχαστικής εμπειρίας. Το έργο αυτό του Κλείτου προσφέρει μέγιστη υπηρεσία στην εμπέδωση μιας υγιούς θρησκευτικότητας, η οποία χαλυβδώνεται με την αναδρομή σε βίους και βιώματα ασκητικών μορφών, χαρακτηριστικών για την «ταπεινόφρονα γνώμη» που εμποιεί στους πιστούς του το χριστιανικό ιδεώδες.
            Ολοκληρώνω αυτή την καταγραφή στο επιστημονικό έργο του Κλείτου με μια αναφορά στις φιλοσοφικές του μελέτες. Οι ερευνητικές του προτιμήσεις, εν προκειμένω, μαρτυρούν πολλά για τον θεωρητικό του προσανατολισμό. Κυρίως μελετητής του Πλάτωνα, αναδεικνύει θέματα από την πλατωνική φιλοσοφία που τον συνέχουν ούτως ή άλλως: την τέχνη, την παιδεία. Άριστος γνώστης των κειμένων, τόσο των πηγών όσο και των ερμηνειών, ανοίγει δρόμους στην κατανόηση των φιλοσόφων καινούριους, προτείνει λύσεις σε ζητήματα που ταλανίζουν την έρευνα πρωτότυπες, οριοθετεί τις ερμηνείες τους, επανεισάγει τον προβληματισμό γι’ αυτά.
            Στο δεύτερο μέρος αυτής της ομιλίας, μετά την πολύ σύντομη, διαγραμματική αναφορά στο συνολικό έργο του Κλείτου, στον πλούσιο δημιουργικό βίο του, επιτρέψτε μου να εντρυφήσω περισσότερο στην ποίησή του, και να ενσταλάξω στην αποψινή εκδήλωση τον δικό του λόγο, όπως τον αποθησαύρισα μελετώντας τα κείμενά του. Τα πνεύμα που διατρέχει την ποίησή του, φιλοσοφικό κατεξοχήν, έχει σταθερές αναφορές: μια φιλοσοφική απαισιοδοξία, το παραμόνιμο ενδεχόμενο της πλάνης, τα συναισθήματα, τη θρησκεία, τη φύση, το υψηλό φρόνημα, την ιστορία και την πατρίδα. Για τον Κλείτο «η ποίηση είν’ άγρυπνη. Μας τρώει τα σωθικά. Θέλει τον ήλιο για βροχή, και το γαλάζιο τ’ ουρανού για σκέπη.» (108)[1]
            Εκκινώντας από τη φιλοσοφικά συστηματική του απογοήτευση, δεν μπορώ να μην τονίσω την έγνοια του για τον πάσχοντα άνθρωπο: «Για τους πτωχούς δεν υπάρχουν αεροδρόμια, ούτε προορισμός» (185), γράφει, προλέγοντας νωρίς τα μέλλοντα, και καταγράφοντας τη διαχρονική τύχη εκείνων που υποφέρουν από την κοινωνική τους θέση, η οποία γίνεται σκληρή μοίρα. «Άγραφοι νόμοι [αυτοί] … (εξηγεί, αρκετά χρόνια πιο πριν) ας γράφουν τα βιβλία» (59). Κι ακόμα πιο νωρίς, γιατί του δόθηκαν, φαίνεται, ευκαιρίες να το καταλάβει, εξηγεί και καταγγέλλει: «οι λόγοι μας κατάκλυσαν. Περίσσεψαν οι υπογραφές.» (28) Δεν αποκαλύπτει, μήπως, το τρίστιχο αυτό, όπως το ταίριαξα παλεύοντας με τα γραπτά του Κλείτου, την πολιτική φενάκη, το παραλήρημα της πολιτικής ανειλικρίνειας, που ενδημεί στον ελληνισμό; Για τον Κλείτο, ούτως ή άλλως,  «ανθρώπινη ζωή ίσον θεατρική παράσταση. Σημασία έχει πόσο καλά την παίζεις.» (188) Μέσα στον κόσμο ο στοχαστής συνέχεια αφουγκράζεται τα ανθρώπινα, κι όταν το πνεύμα τον καλεί αφίσταται, γιατί είναι «δυστυχία του νου, η συμπεριφορά του κόσμου» (156). Μια τέτοια κατάσταση, ίσως, τον έκανε να θυμάται, αν και πολύ νέος: «τότε που κατέβαινα τα σκαλοπάτια του σκοταδιού» (8). Ωστόσο, όπως είπα στην αρχή, η απαισιοδοξία του είναι φιλοσοφική. Το λέει και ο ίδιος: «έχει κι η απελπισία το νόημά της.» (173)
            Χάρη σ’ αυτή, άλλωστε, τη φιλοσοφική θλίψη για τα ανθρώπινα, αναπέμπει δέηση μαζί και ευχή:  «Λύσε τα δεσμά, Χριστέ, και χάρισε τον κόσμο στους δικαιούχους. Ίσως οι πραείς φανούν, κι η γαλήνη γεννηθεί. Ως τότε κλείνουμε τ’ αυτιά, στη Χάρυβδη των γεγονότων, στη Σκύλλα των αντικειμένων.» (160)
Δημιουργικά επιφυλακτικός ο φιλόσοφος, επειδή γνωρίζει καλά τη δύναμη της πλάνης, τη γοητεία της,  προειδοποιεί: «Φρούτα την Άνοιξη! Απάτη.» (64) Δεν συναρπάζεται με τα θαύματα που συντελούνται στις ονειροπολήσεις, τις χαριτωμένες προσδοκίες: «Θέλω να πω με τούτα πως τα όνειρα δεν είναι τίποτα, κι ας λένε πως είναι γλώσσα κάποτε και μήνυμα της άνοιξης.» (105) Πολύ περισσότερο σήμερα, που εξαρτάται η ευτυχία, υποτίθεται, από την αγοραστική μας δύναμη: «Και στα εμπορικά τα χρόνια, παράλογα ανύπαρκτος ο Παράδεισος, αναβάλλεται για ευθετότερους καιρούς.» (186)
Για τον Κλείτο, ένα είδος Παραδείσου βρίσκεται στη Φύση: «Τι θάταν ένας κόσμος χωρίς πουλιά, χωρίς λουλούδια! Τα υπόλοιπα είναι τεχνητή αναπνοή.» (56) Η σχέση του με τη φύση είναι ζωτική, η εξάρτηση ζωογόνος: «Συχνά στη δυστυχία μου ατενίζω χαμένος τα πράσινα δέντρα. Και σώζομαι στην ιερή τους σοβαρότητα.» (149)
            Άλλο είδος Παραδείσου, επίσης, ανθρώπινου, βρίσκεται για τον Κλείτο στα συναισθήματα.  Ότι είναι δώρα τα συναισθήματα, και πόσο γενναιόδωρος είναι ο Κλείτος μ’ αυτά, πάλι μόνο από ένα στίχο του μπορούμε να το μάθουμε: «Αφού έγινες η καρδιά μου, έχω δικαίωμα να σε στείλω πίσω; Αφού έγινες ο παλμός μου, έχω δικαίωμα να σε σταματήσω;»
            Εκεί, όμως, που συναντιούνται όλα τα αντικείμενα του ποιητικού του οίστρου, όλα τα ιδεώδη και οι επιλογές οι βασικές, οι υπαρξιακές του, είναι το άπειρο της πνευματικής του αναρρίχησης, το απροσμέτρητο της ανάγκης του να ζει αναφερόμενος εις τα άνω. Ο Κλείτος «έχει για συντροφιά τις κορυφές του απείρου.» (152) Και ισχύει για τον ίδιο, εκείνο που ευφυώς διετύπωσε ως βιωματικό απόσταγμα της πνευματικής του ανάβασης: «Βλέπουν τον ουρανό, όσοι τρώνε αδιάλειπτα τα σύννεφα.» (192) Το πάθος αυτό προφαίνεται σε ολόκληρο το έργο του, σε κάθε του διάσταση, και είναι συνειδητή επιλογή του, γιατί ξέρει ότι το πάθος για ζωή και δημιουργία είναι η καλύτερη απάντηση στο άσκοπο της ύπαρξης:   «Οπλισμένος με το μέγα πάθος, πολεμάς στο μέτωπο κατά του αναπόδραστου.» (179) Έτσι η ζωή γίνεται μεγάλη, όσο κι αν είναι μικρή: «Μικρή φαίνεται είν’ η ζωή, κι οι στιγμές μεγάλες.» (88). Είναι, μάλιστα, τόσο μεγάλες κάποιες στιγμές, εκείνες που στο πνεύμα χωράει το αχώρητο, που καθεμιά περιέχει το Αιώνιο: «Κι ήταν στις φλέβες μας, η ανασυγκρότηση της αιωνιότητας.» (96) Η θνητότητα δεν στέκεται εμπόδιο. Είναι μάλιστα πρόκληση, στην οποία κάποιοι ανταποκρίθηκαν, ήρωες της πατρίδας και του λόγου, και οι υπόλοιποι περιμένουν από εκείνους την κρίση: «Κοινοί θνητοί, θα δεχθούμε την κρίση των αθανάτων.» (27) Μόνο που για να κάνεις το άλμα, από τη γη στον ουρανό, και να μπορέσεις να σταθείς εκεί, ψηλά, πρέπει να κατακτήσεις μια ψηλή κι απόκρημνη κορφή: «Το βουνό που κατακτούσε, λεγόταν Άρνηση.» (142) Με την κατάφαση και τους συμβιβασμούς που καθηλώνουν, κανένας, ποτέ, δεν πήγε αρκετά ψηλά…
Ο Κλείτος, όπως κάθε γνήσιος στοχαστής – δημιουργός, που εργάζεται για το κοινόν, υπάγει την ατομική του ύπαρξη στην ιστορική μοίρα του έθνους του: «Από καιρό βρισκόμαστε στη γραφή της ιστορίας.» (22) συνειδητοποιεί. Και τούτο γιατί ξέρει πως: «Με την ικμάδα του γένους στο σώμα, αποτάσσουμε ύλη και γεγονότα, φλύαρες διαφημίσεις, προφήτες ανούσιους.» (186) Από νωρίς, επίσης, το είχε αισθανθεί: «Κουραστήκαμε να μαθαίνουμε ξένες γλώσσες, θέλουμε να μιλήσουμε τη μητρική.» (12) Και βγάζει, στο σήμερα, κραυγή… Ένα σήμερα που για τον Κλείτο είναι από πάντα: «Αφήστε μας να δούμε τη γη των πατέρων μας.» (11) Στο λόγο του αντηχεί η δύναμη του αίματος: «Βλέπω το αίμα μου στη γη. Διαμαρτύρεται.» (58) Γιατί «… εδώ πρόκειται για τη σφαγμένη Κύπρο, και τους πρόσφυγες του ιερού της κήπου…» (101).
Σ’ αυτή την ελάχιστη αναφορά στην ποίηση του Κλείτου, έγινε νομίζω σαφής η συνέχεια στη σκέψη του, η συνέπεια στην έκφραση των ιδανικών του. Τέτοιες αρετές, όμως, υπάρχουν στο έργο στοχαστών που το ήθος τους, ο ηρακλείτειος αυτός δαίμονας, δεν τους αφήνει να ξεστρατίσουν. Ποιο είναι αυτό το ήθος στην περίπτωση του Κλείτου; Δεν θα μπορούσα παρά, κλείνοντας, να το πω με τα λόγια του: «Πολεμούμε τον πόλεμο, αγαπούμε την αγάπη, κι είμαστε αυτοί που είμαστε. Να ο τίτλος του πολιτισμού μας.» (26) Ευχαριστούμε, Κλείτο!
                                               
Δρ. Ιωάννης Σ. Χριστοδούλου
       Πανεπιστήμιο Κύπρου, 31/05/2013




[1] Οι εντός παρενθέσεων αριθμοί παραπέμπουν στη συνολική, τρίγλωσση έκδοση της ποίησης του Κλείτου Ιωαννίδη. (Κλείτος Ιωαννίδης, Poems / Ποιήματα / Poèmes, εκδ. Αρμίδα, Λευκωσία, 2007.) 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου